Παρατηρούμε ότι παρά την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης κάποιες συνήθειες δύσκολα αλλάζουν. Δηλαδή αρκετά άτομα συνεχίζουν να παίζουν στοίχημα, ξοδεύοντας μικρά ή μεγάλα ποσά. Γιατί όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο; Η απάντηση είναι ότι το στοίχημα είναι μια συνήθεια που περιλαμβάνει μια συγκεκριμένη τελετουργία. Πιο συγκεκριμένα τα άτομα που στοιχηματίζουν μπαίνουν στη διαδικασία να ψάξουν πληροφορίες για τις πιθανότητες κέρδους. Έτσι έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν στην ίδια ομάδα με κοινό χαρακτηριστικό τους την αγάπη τους να στοιχηματίζουν. Επομένως αποτελεί και μία μορφή κοινωνικοποίησης όπου τα άτομα νιώθουν αποδεκτά από τους γύρω τους.
Πέρα από την κοινωνικοποίηση, τα άτομα αυτά νιώθουν ζωντανά. Πώς γίνεται αυτό; Βρίσκονται σε μια συνεχή εγρήγορση αναζήτησης πληροφοριών όπως αναφέρθηκε προηγουμένως όπου η συνεχής προσπάθεια εύρεσης νέων συνδυασμών για να στοιχηματίσουν, πιθανοτήτων προκαλεί ευφορία. Αισθάνονται την αδρεναλίνη στα ύψη ειδικά όταν το αποτέλεσμα είναι θετικό όπου η συνήθεια ενισχύεται και ο κύκλος επαναλαμβάνεται με μεγαλύτερη ένταση. Αυτό το οποίο σκέφτονται εκείνη τη στιγμή είναι το πώς θα κερδίσουν ξανά, τί επιλογές θα κάνουν. Εστιάζουν όλη τους την ενέργεια στο παιχνίδι.
Βέβαια τα αποτελέσματα δεν είναι πάντα θετικά. Τί γίνεται τότε; Επικρατεί η αντίληψη ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία καθώς από τη στιγμή που κέρδισαν έστω και μια φορά μπορούν να κερδίσουν και πάλι. Έτσι προσηλώνονται στο συγκεκριμένο στόχο δίχως να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στις αρνητικές πιθανότητες. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να χάσουν μικρά ή μεγαλύτερα ποσά με σημαντικές επιπτώσεις στους υπόλοιπους τομείς της ζωής τους ιδιαίτερα όταν το στοίχημα δεν αποτελεί απλή συνήθεια αλλά εθισμό.
Βάσει των παραπάνω θα περίμενε κανείς να μειωθούν τα ποσοστά συμμετοχής στο στοίχημα λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών. Εν αντιθέσει τα ποσοστά είναι το ίδιο υψηλά όπως και πριν καθώς το στοίχημα αποτελεί έναν τρόπο διαφυγής από την σκληρή πραγματικότητα, σε έναν άλλο κόσμο όπου επικρατούν οι πιθανότητες και το αίσθημα της ζωντάνιας. Μόνον όταν τα πράγματα φτάσουν σε αδιέξοδο όπως ειπώθηκε πριν, τότε κινητοποιείται κανείς και επανέρχεται σε αυτό που λέμε “the real world”.