Πόσα χρήματα ξοδεύει ο μέσος Έλληνας το χρόνο στο στοίχημα, και τι μερίδιο της αγοράς έχουν οι μη-αδειοδοτημένες εταιρίες στοιχημάτων; Ποια είναι τα παιχνίδια στα οποία στοιχηματίζουν τα περισσότερα χρήματα οι Έλληνες και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της ρύθμισης της αγοράς των τυχερών παιγνίων; Αυτά είναι μόνο λίγα ερωτήματα τα οποία βρίσκουν απαντήσεις μέσω στατιστικών μελετών που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα από την GamblingData, της οποίας οι προβλέψεις λαμβάνονται υπόψη από τους «μεγάλους παίκτες» της βιομηχανίας του τζόγου παγκοσμίως, προκειμένου να επενδύσουν σε μια χώρα και να προωθήσουν το προϊόν τους.
Ποια είναι η GamblingData;
Η GamblingData προσφέρει τη πιο λεπτομερή βάση δεδομένων της παγκόσμιας βιομηχανίας του τζόγου. Ως μέρος της εταιρίας Gambling Compliance Ltd, οι αναλυτές της συγκεντρώνουν στοιχεία και στατιστικά δεδομένα τόσο από τις επίγειες δραστηριότητες των operators του τζόγου, όσο κι από τη συνεχώς αναπτυσσόμενη διαδικτυακή αγορά, ώστε να αποτυπώσουν τη δυναμική ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου ανταγωνιστικού περιβάλλον. Πέρα από τη συλλογή των πολύτιμων αυτών λεπτομερειών, η GamblingData δίνει τις δικές της προβλέψεις με το ανάλογο συνδρομητικό κόστος για την Ευρωπαϊκή αγορά του διαδικτυακού τζόγου, η οποία ακόμα δεν έχει ρυθμιστεί, αφήνοντας μια μεγάλη «γκρι» περιοχή όπου δραστηριοποιούνται πλήθος εταιριών στοιχήματος.
Στατιστικά στοιχεία για τον τζόγο στην Ελλάδα (Ιούνιος 2011)
Σε μελέτη που εξέδωσε η GamblingData τον Ιούνιο 2011, όταν ακόμα δεν είχε καν ψηφιστεί ο νόμος 4002/2011, αναφέρονται ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία και προβλέψεις για το μέλλον του τζόγου στην Ελλάδα. Προσπερνώντας τα οικονομικά στοιχεία του ΟΠΑΠ, ας δούμε περιληπτικά τα κυριότερα μέρη της μελέτης αυτής.
Όσον αφορά τον Ελληνικό ιπποδρομιακό στοίχημα και συγκεκριμένα τον ΟΔΙΕ, παρατηρείται σταθερή πτώση των εσόδων από το 2006. Από την κορύφωση των εσόδων το 2001 (349εκ. ευρώ), το νούμερο κατρακύλησε στα 261εκ ευρώ το 2009 με τις προβλέψεις να λένε τότε πως και το 2011 δε θα σημειωνόταν αύξηση.
Παρόμοια πτώση εμφάνιζαν και τα έσοδα των καζίνο της χώρας για την περίοδο 2007-2009, ενώ και πάλι οι προβλέψεις ήταν δυσοίωνες για το 2010. Κύρια πηγή εσόδων για τα καζίνο αποτελούν σύμφωνα με τη μελέτη τα φρουτάκια, με το καζίνο στο Λουτράκι να λειτουργεί πάνω από 1,000 και το καζίνο της Θεσσαλονίκης να ξεπερνά τα 900.
Σχετικά με τη διαφήμιση του στοιχήματος, ο ΟΠΑΠ θεωρείτο ήδη από τότε ως μία από τις Ελληνικές εταιρίες που ξοδεύει πολλά σε διαφήμιση, κατατάσσοντάς την στην 7η θέση της αντίστοιχης λίστας. Συγκριτικά με Αγγλία και Ιταλία, καμία εταιρία στοιχημάτων σε αυτές τις χώρες δε βρίσκεται στο αντίστοιχο Top 10! Πάντως οι αναλυτές της GamblingData φαίνονται αρκετά ενήμεροι, καθώς τονίζουν πως, αν και η διαφήμιση μη-αδειοδοτημένων εταιριών στοιχήματος είναι τεχνικά παράνομη, υπάρχουν δεκάδες έντυπα και αναρίθμητες αθλητικές και στοιχηματικές ιστοσελίδες ενημέρωσης που εμφάνιζαν διαφημίσεις των εν λόγω εταιριών.
Εκτενή αναφορά γίνεται για το μερίδιο της αγοράς που κατείχε κάθε εταιρία διαδικτυακού τζόγου που μέχρι τότε δεχόταν Έλληνες πελάτες, καθώς και για τα παιχνίδια που συγκέντρωναν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, με το στοίχημα να αποτελεί τη μερίδα του λέοντος. Η έρευνα σημειώνει πως τα παιχνίδια online καζίνο ήταν αρκετά δημοφιλή για τους Έλληνες παίκτες με τάση αύξησης για τα επόμενα χρόνια. Την ίδια στιγμή όσον αφορά τα παιχνίδια δεξιοτήτων όπως τα χαρακτηρίζει (skill games), το πόκερ ακόμα δεν είχε παράδοση στην Ελλάδα, παρόλο που υπάρχουν ποικίλες παραλλαγές του παιχνιδιού καθώς κι άλλως παιχνιδιών τράπουλας. Μάλιστα τονίζεται η δημοτικότητα που έχει το τάβλι στην Ελλάδα, γεγονός που οδήγησε αρκετές εταιρίες να ενσωματώσουν το συγκεκριμένο παιχνίδι στα προϊόντα τους.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που είχαν εκδώσει κάποιες εταιρίες διαδικτυακού στοιχήματος, τα καθαρά έσοδα από την μη ρυθμισμένη αγορά («γκρι») του online στοιχήματος στην Ελλάδα εκτιμώνται μεταξύ 210 και 260εκ. ευρώ το χρόνο. Οι δύο μεγαλύτεροι διεκδικητές των χρημάτων αυτών ήταν η Bwin και η Sportingbet/Vistabet, οι οποίες συγκέντρωναν περίπου το 40% της αγοράς. Η Ελλάδα απέφερε τότε σύμφωνα με αναλύσεις το 11% των κερδών της Bwin, με την PartyGaming να κερδίζει μόλις το 1% των παγκοσμίων εσόδων της από τη χώρα μας. Bet365 και Betfair βρίσκονταν στη 3η και 4η θέση αντίστοιχα, με αρκετούς αναλυτές να αναφέρουν πως η Ελληνική αγορά ευθύνεται μόλις για το 5% των εσόδων της Betfair (17εκ ευρώ).
Προβλέψεις για την πλήρως ρυθμισμένη αγορά τυχερών παιγνίων (2011)
Εν έτει 2011 λοιπόν η GamblingData προέβλεπε πως ο ΟΠΑΠ θα ήταν ένας τρομερά δυνατός ανταγωνιστής οποιασδήποτε μορφής κι αν ήταν η ρύθμιση του διαδικτυακού τζόγου στην Ελλάδα, παρόλες τις αμφιβολίες των εταιριών του διαδικτύου σχετικά με την ανταγωνιστικότητα και τη κατανόηση της λειτουργίας σε μία πλήρως απελευθερωμένη αγορά από πλευράς ΟΠΑΠ. Επίσης η Intralot πιθανόν να έμπαινε στην αγορά ως ανεξάρτητη, αν και οι περισσότεροι αναλυτές στοιχημάτιζαν πως θα εξακολουθούσε να παρέχει τεχνολογική υποστήριξη στον ΟΠΑΠ.
Από τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές θα ήταν η Sportingbet, η οποία είχε ήδη δηλώσει πως σκόπευε να αποκτήσει άδεια νόμιμης λειτουργίας με την πρώτη ευκαιρία, διατεθειμένη να απολέσει σημαντικό μέρος των εσόδων της εξαιτίας της φορολόγησής της. Η περίπτωση της Sportingbet σχολιάζεται αρκετά στη μελέτη της GamblingData και κυρίως σε σχέση με το συνεργάτη της στην Ελλάδα, Centric, η οποία επίσης συνεργάζεται με το brand της Lex Casino, μέσω του οποίου δραστηριοποιείται το δίκτυο Dragonfish της 888. Η Centric σύμφωνα με την GamblingData κατείχε το 2011 το 51% της εταιρίας ECN (με άδεια λειτουργίας στη Μάλτα) που βρίσκεται πίσω από τη VistaBet και Lex. Η Centric έχει επιπλέον συμφωνία με το WorldSpreads ώστε να προσφέρει οικονομικά στοιχήματα (financial betting) μέσω του Spreads.gr. Στο παρελθόν συζητήσαμε στο blog πώς η μετοχή της Centric θα αποτελούσε πιθανόν βαρόμετρο για το online στοίχημα στην Ελλάδα.
Η Bwin.Party ήταν σίγουρο πως κι αυτή με τη σειρά της θα νομιμοποιούσε τη λειτουργία της εντός Ελλάδας, ενώ αμφιβολίες υπήρχαν σχετικά με την Bet365 η οποία μέχρι τότε είχε μείνει εκτός Γαλλίας, όταν επιχειρήθηκε η αγορά του διαδικτυακού τζόγου εκεί. Αναφορικά με την Betfair, οι αναλυτές διαπίστωναν ένα δίλημμα της Betfair σχετικά με την περίπτωση να ενταχθεί στο ρυθμιστικό πλαίσιο της Ελλάδας, καθώς κατά πάσα πιθανότητα οι νομοθέτες θα απαγόρευαν το μοντέλο του ανταλλακτηρίου (όπως κι έγινε). Όπως είχε ήδη αποδειχθεί από το παράδειγμα της Ιταλίας, η υιοθέτηση του μοντέλου bookmaking για την Betfair δεν ήταν το ιδανικό και σίγουρα παρουσίαζε προβλήματα.
Σε μια άμεση σύγκριση μεταξύ της μη ρυθμισμένης αγοράς του online τζόγου στην Ελλάδα και της πλήρως ανταγωνιστικής αγοράς της Ιταλίας, ανέκυπταν μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα, όπως το γεγονός πως κάθε Έλληνας χρήστης ίντερνετ ξόδευε τα διπλάσια κάθε χρόνο στο στοίχημα (€320) σε σχέση με τον Ιταλό (€166), ενώ οι Έλληνες ποντάρουν κατά 30% περισσότερο από τους Ιταλούς σε λοταρίες και στοίχημα μαζί. Σχετικά με τα φρουτάκια τέλος, το κόστος ανά Ιταλό κάτοικο ανέρχονταν σε €528 ανά χρόνο, τη στιγμή που οι προβλέψεις έλεγαν πως ο αριθμός θα είναι μεγαλύτερος στην περίπτωση των Ελλήνων!
Πηγή: GamblingData