Οι αποκαλύψεις για τα στημένα παιχνίδια δείχνουν πως δεν είναι απλά μια μάστιγα του παρελθόντος. Τα προβλήματα των 20 τελευταίων ετών παραμένουν…
Ο πρώην πρόεδρος του πρωταθλήματος ράγκμπι, John Quayle, έσπασε την 20ετή σιωπή του σχετικά με το τότε σημείο-κλειδί της θητείας του όταν, κατ’ εντολή του, οι ντετέκτιβ του NSW ήταν έτοιμοι να ερευνήσουν τις καταγγελίες πως δυο ομάδες προσπάθησαν να «στήσουν» ένα παιχνίδι.
«Ακόμη κι αν εμείς είμαστε τα αφεντικά του παρελθόντος, τα προβλήματα του σήμερα παραμένουν ακριβώς τα ίδια…»
– John Quayle.
Ο Quayle είχε οδηγήσει το ράγκμπι στη «Χρυσή Εποχή» του τη δεκαετία του 1990, εποχή που θυμούνται όλοι για τα ποσοστά τηλεθέασης σε επίπεδα ρεκόρ, την καμπάνια της Tina Turner, τις πλουσιοπάροχες χορηγίες, την άνοδο των παικτών στην κορυφή της λίστας των celebrities και είχε δημιουργήσει ένα «προϊόν» τόσο ελκυστικό, που ακόμη και οι παρωχημένοι Βικτοριανοί φοβόντουσαν πως το παιχνίδι με τα 13 άτομα, θα έπνιγε τον κώδικά τους.
Δήλωσε στην Fairfax Media πως, πίσω από τη λάμψη και τη γκλαμουριά, υπήρχε ένα πρωτάθλημα φόβου το οποίο ήταν ευάλωτο στα ναρκωτικά και τον τζόγο. «Είχα δυο νεαρούς παίκτες… πάντα το κρατούσα μυστικό… που ήρθαν να με δουν για έναν συγκεκριμένο αγώνα και αφού είχε γίνει πλέον ορατό στις προπονήσεις πως επρόκειτο να γίνουν συγκεκριμένα πράγματα», δήλωσε ο Quayle.
«Οι δυο παίκτες ήταν αντίθετοι σ’ αυτά. Έλεγαν πως ήταν αηδιασμένοι ακόμη και που τα συζητούσαν αυτά και που ήταν στο γραφείο μου. Είχα τους αστυνομικούς έτοιμους να επέμβουν, επειδή θα τα αποκάλυπτα όλα. Οι δυο παίκτες τελικά σκέφτηκαν πως δεν θα μπορούσαν να προδώσουν τους φίλους τους, μια άποψη που εκείνη την εποχή σεβάστηκα, αλλά μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα καταλάβει σε τι κίνδυνο ήμασταν, ως άθλημα, από συγκεκριμένα άτομα που ήταν και μέσα στο παιχνίδι και στο παρασκήνιο».
Ο Quayle επεσήμανε πως το περιστατικό δεν είχε να κάνει με το πολύκροτο βρώμικο παιχνίδι του 1994 ανάμεσα στους Western Suburbs και την South Sydney στο Campbelltown, για το οποίο ο πρώην επιθετικός των Rabbitohs, John Elias, έγραψε στην βιογραφία του, Sin Bin.
Ο Quayle ήταν αντίθετος στην εισαγωγή του FootyTab στη δεκαετία του 1980, επειδή ήθελε να προστατέψει την ακεραιότητα του αθλήματος. Ο πρώην διεθνής φοβόταν πως το NRL είχε πάει ήδη πολύ μακριά, παραχωρώντας τα λογότυπα και εγκρίνοντας τον στοίχημα κατά τη διάρκεια των αγώνων.
«Αυτοί οι δύο παίκτες θα είχαν εκθέσει δύο συλλόγους και αρκετούς ακόμη παίκτες που είχαν ανάμειξη», σχολίασε. «Από την πρώτη στιγμή εκτίμησα αυτούς τους δυο παίκτες επειδή ήρθαν σε μένα και σεβάστηκα ακόμα περισσότερο αυτά που μου είπαν: «John, λυπούμαστε πάρα πολύ, δεν μπορούμε να προδώσουμε τους φίλους μας». Αλλά ανάμεσα στον (πρώην πρόεδρο) Ken Arthurson και σε μένα – και τους δυο αστυνομικούς – γνωρίζαμε τους παίκτες και τους συλλόγους (που είχαν εμπλακεί) και θα ήταν καταλυτικής σημασίας να τους είχαμε πιάσει όλους».
«Ο μοναδικός τρόπος θα ήταν να έκανα το επόμενο βήμα – ο μοναδικός τρόπος για να αποκάλυπτα τα ονόματα και των άλλων παικτών που συμμετείχαν, αν και δεν θα μπορούσα να έχω αποδείξεις… – αφού οι παίκτες δεν θα έδειχναν τους ενόχους, αφού όπως είπα, δεν ήθελαν να προδώσουν τους συμπαίκτες τους».
Ο Quayle δήλωσε πως όπως ακριβώς έκανε όταν έδωσε στους ελεγκτές ντόπινγκ το «πράσινο φως» για να κάνουν ελέγχους στην South Sydney το 1990 κι αφού υπήρχαν φόβοι πως κάποιοι παίκτες είχαν ανάμειξη σε ναρκωτικά, ήταν έτοιμος να ζήσει με τους κινδύνους που θα προέκυπταν εάν «έδινε» τους παίκτες που συμμετείχαν στα στημένα παιχνίδια.
«Ο μεγαλύτερος φόβος ενός διάσημου αθλητή, όπως έχουμε δει στον κόσμο των στοιχημάτων και των ναρκωτικών – θα το ζεις στην υπόλοιπη ζωή σου – δεν μπορείς να ξεφύγεις», τόνισε. «Γι’ αυτό νομίζω πως οι διοικούντες, εάν υπάρχει κάποια ουσία σε αυτό, δεν θα πρέπει να έχουν κανένα δισταγμό να αποκαλύψουν το πρόβλημα. Εχουμε βάλει μέσα στο παρελθόν ανθρώπους για ναρκωτικά, έχουμε αφαιρέσει βαθμούς από ομάδες. Θα συνεχίσουμε να το κάνουμε και θα ξεσκεπάζουμε ανθρώπους που νομίζουν πως είναι υπεράνω όλων».
«Αν και θα υπάρχουν αφεντικά που δεν έχουν πρόβλημα να δικαιολογούν τους λίγους που νομίζουν πως είναι πάνω από την εικόνα και την υγεία του αθλήματος, δεν θα εξαλείψουμε ποτέ το πρόβλημα».
Ο Quayle δήλωσε πως δεν υπήρξαν ποινές για τους δυο παίκτες που αποκάλυψαν το θέμα, αντίθετα τους συνεχάρη που έκαναν μια τεράστια χάρη στο πρωτάθλημα. «Ήταν καλό που γνωρίζαμε πως θα μπορούσε να συμβεί», σχολίασε. «Νομίζω πως αυτοί οι δυο παίκτες προσέφεραν τεράστιες υπηρεσίες στο άθλημα. Πάντα είχα πίστη στους παίκτες, πως δεν θα ανέχονταν αυτά τα πράγματα. Ένας, δυο, τρεις ακόμη και τέσσερις σε μια ομάδα ίσως τα ανέχονταν – αλλά ποτέ μια ολόκληρη ομάδα».
Ο Elias ισχυρίστηκε πως το παιχνίδι του 1994 στο Campbelltown ήταν στημένο για να το κερδίσουν οι Rabbitohs μέχρι τη στιγμή που τα «Μεγάλα Αφεντικά» του υπόκοσμου του Σύδνεϋ αποφάσισαν να ακυρώσουν τη συμφωνία την ύστατη στιγμή. «Δεν συνδέω τα δυο περιστατικά», είπε ο Quayle.
Ο Elias, που έπαιξε και για τις ομάδες Souths, Wests, Canterbury, Balmain και Newtown του Σύδνεϋ, ομολόγησε στο βιβλίο του Sin Bin πως του προσέφεραν 50.000 δολάρια για να «εξαγοράσει» τέσσερις από τους συμπαίκτες του στη Souths για να έχουν μειωμένη απόδοση απέναντι στην Wests, κάποιοι παίκτες της οποίας ήταν πληρωμένοι για να κάνουν τον αγώνα της ζωής τους.
Ο Elias επέμεινε πως το παιχνίδι ήταν «καθαρό», αλλά έδωσε πολύτιμες οδηγίες σχετικά με το τι χρειάζεται για να στηθεί ένα παιχνίδι:
- Τέσσερις παίκτες απαιτούνται για να στηθεί βασικά ένα παιχνίδι.
- Αυτός που το οργάνωσε δήλωσε πως η επιρροή του Elias στους συμπαίκτες του ήταν πολύ πιο σημαντική από την επιρροή του στον ίδιο τον αγώνα.
- Ακόμη και οι τίμιοι έχουν την τιμή τους.
- Οι παίκτες ήταν έτοιμοι να πάνε στο κρεβάτι με το διάβολο.
Το πρωτάθλημα έχει τα δικά του παραδείγματα από εξωαγωνιστικές «επιρροές» σε αγώνες. Λέγεται πως πριν από τον μεγάλο τελικό του 1963, ο Jack Gibson των Wests, που στη συνέχεια έγινε ένας από τους κορυφαίους προπονητές, είπε στους συμπαίκτες του πως δεν υπήρχε περίπτωση να κερδίσουν εκείνη τη μέρα, επειδή τα λεφτά είχαν τοποθετηθεί στον St George. Ο συμπαίκτης του Gibson, Noel Kelly, ήταν πιο επιθετικός, κατηγορώντας το διαιτητή, τον Darcy Lawler, πως φρόντισε να δώσει το καθοριστικό σφύριγμα για να κερδίσει το στοίχημα.
«Μπορεί να σε κλέψουν μπορεί και όχι, το σίγουρο είναι πως μόνο μια φορά θα σε χρησιμοποιήσουν», είπε ο Kelly. «Ο Lawler ήταν ένας που στοιχημάτιζε, αλλά ήταν και ο διαιτητής και αυτός που μπορούσε να σφυρίξει. Εξακολουθώ να δηλώνω και να πιστεύω πως πραγματικά συνέβη [ο Lawler να στοιχημάτισε υπέρ του St George] πως ήλεγξε το παιχνίδι. Ελέγχοντας το παιχνίδι, μπορείς να ελέγξεις και το αποτέλεσμα».
Υπάρχουν ισχυρισμοί πως ένας άλλος μεγάλος τελικός, τον έλεγχο του οποίο είχε ο George Bishop το 1952, επίσης επηρεάστηκε από το ποντάρισμα του διαιτητή. Ωστόσο, ο Kelly δήλωσε πως η τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων τα τελευταία χρόνια, δύσκολα θα κάνουν έναν διαιτητή να είναι τόσο βλάκας για να ακολουθήσει τα βήματα του Lawler. «Με τον τρόπο που είναι στημένες οι κάμερες στις μέρες μας, μόνο ένας τρελός διαιτητής θα προσπαθούσε να κάνει κάτι τέτοιο τώρα», τόνισε ο Kelly. «Είναι σαν να έχουν μια κάμερα πάνω από το κεφάλι τους για την μετάδοση».
Πιο πρόσφατα, ο επιθετικός του Canterbury, Ryan Tandy, τιμωρήθηκε από το άθλημα για τη συμμετοχή του στο περιστατικό με τον στημένο αγώνα του 2010 ανάμεσα σε North Queensland και Bulldogs, μια ενέργεια που εξαγρίωσε τον Quayle. «Εάν λάβεις υπόψη το περιστατικό του Tandy που συνέβη πριν λίγα χρόνια, βλέπεις πόσο εύκολο είναι να συμβεί», είπε ο Quayle για τα στημένα παιχνίδια. «Γι’ αυτό το αφεντικό μου είπε πως η FootyTab πρόκειται να μας πληρώσει εκατοντάδες χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια δολάρια, αλλά νομίζουμε πως δεν είναι τίποτα μπροστά στην αξιοπιστία του αθλήματος. Πάντα έλεγα πως εάν το άθλημα έπαιρνε 100 εκατομμύρια δολάρια για έναν χρόνο θα ήταν μια δύσκολη απόφαση να στήσεις έναν αγώνα, αλλά τώρα παίρνει μόνο 5 ή 10 εκατομμύρια από την τηλεόραση και τις εταιρίες στοιχημάτων για να χρησιμοποιούν τα λογότυπά τους. Σίγουρα είναι ένα πολύ μικρό ποσό».
«Είναι μέρος της κουλτούρας μας να στοιχηματίζουν οι κάτοικοι της χώρας. Δεν είμαι αντίθετος με το στοίχημα, αλλά είμαι αντίθετος με τη χρησιμοποίηση των ονομάτων μας, των λογότυπών μας στην τηλεόραση και, τώρα, το παιχνίδι έχει πουλήσει αυτά τα δικαιώματα και ήλπιζα πως θα το έκανε για 50 και παραπάνω εκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Κανείς μας δεν αντιτίθεται στο στοιχηματισμό, αλλά τώρα είναι σαν ανοιχτό βιβλίο… μπορούμε να μπούμε online και να στοιχηματίσουμε κατά τη διάρκεια του αγώνα και όταν υπάρχουν στοιχήματα για πράγματα που μοιάζουν σίγουρα πως θα συμβούν, συμπεριλαμβανομένου του ποιος και πότε θα σκοράρει, τότε πάντα θα υπάρχει τεράστιο ρίσκο».
«Οποιος λέει πως δεν θα έχουμε πρόβλημα σε δυο τρία χρόνια, ζει στη χώρα της φαντασίας. Θα συμβαίνει και εδώ, όπως συμβαίνει και σε όλο τον κόσμο. Κάποιοι θα νομίζουν πως έχουν βρει το πλεονέκτημα, κάποιοι θα νομίζουν πως τους ανήκουν πολλά λεφτά και είναι ένας εύκολος τρόπος να βγάλεις χρήματα. Το άθλημα οφείλει να έχει μια επιτροπή ακεραιότητας που θα μπορεί να εξετάζει τα πάντα».
«Οι λέξεις που μου έμειναν από τα χρόνια που πέρασαν στο πλάι του σπουδαίου διευθυντή του αμερικανικού NFL, του Pete Rozelle, στη δεκαετία του 1980, ήταν: «Μικρέ, εάν νομίζεις πως δεν συμβαίνει, είσαι λιγάκι ανόητος. Εάν το βάλεις κάτω από το χαλί και συνεχίσεις να το αγνοείς, όταν αποκαλυφθεί θα γονατίσει το άθλημα. Πάντα να είσαι μπροστά από αυτό».
«Θα μπορούσα να είχα αποδείξει τους ισχυρισμούς των δυο παικτών; Δεν γνωρίζω. Αλλά μη μου λέτε πως δεν θα συμβεί ξανά, επειδή μπορώ να αντιπαρατάξω το περιστατικό του Canterbury».