Περιεχόμενα
Το ΠΡΟ-ΠΟ
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο όρος “αθλητικό στοίχημα” ήταν παντελώς άγνωστος στην Ελλάδα. Τη θέση του ως το πλέον δημοφιλές παιχνίδι “στοιχήματος” (δώστε έμφαση στα εισαγωγικά) στη χώρα μας είχε καταλάβει προ πολλού, ένα παιχνίδι με τεράστια παράδοση, που χρονολογείται από το 1959: το ΠΡΟ-ΠΟ.
Το κυνήγι της σωστής πρόβλεψης σε ένα εξωφρενικό (αν το υπολογίσει κανείς με τα σημερινά δεδομένα) “παρολί” δεκατριών, συγκεκριμμένων μάλιστα, αγώνων που ορίζονταν από το διοργανωτή (ΟΠΑΠ), είχε για δεκαετίες περίοπτη θέση στην ελληνική κοινωνία. Συνήθως μάλιστα ο παίκτης που κατάφερνε, με εξαιρετική δόση τύχης βέβαια, να “πιάσει” το πολυπόθητο “δεκατριάρι”, απολάμβανε από τους γύρω του αντιμετώπιση που ξεπερνούσε κατά κάποιον τρόπο την έννοια του “ευνοημένου” από την τύχη. Ήταν πια κάτι σαν ειδικός στις προβλέψεις, κάποιος που ξέρει από ποδόσφαιρο, που “βλέπει μπάλα”, αν και οι μεταδόσεις αγώνων ήταν κάτι σπάνιο στην εποχή.
Ο σημερινός 20άρης δε γνωρίζει πολλά για την περίοδο του ΠΡΟ-ΠΟ, αφού πια το παιχνίδι έχει χάσει συντριπτικά την τότε δημοφιλία του. Κι όμως, για δεκαετίες είχε τη δική του ιστορία στην ελληνική κοινωνία. Πολλοί βλέπουν σήμερα εκείνες τις εποχές με νοσταλγία, ίσως και για το λόγο ότι πολλοί λίγοι ήταν εκείνοι που έχασαν την περιουσία τους “ρίχνοντας” δελτία ΠΡΟ-ΠΟ. Είναι όμως αλήθεια πως η δημοφιλία του παιχνιδιού διαμόρφωσε στον μέσο παίκτη μια προσέγγιση σε αυτό που σήμερα λέμε ποδοσφαιρικό στοίχημα, εντελώς καταστροφική σε όποιον την εφαρμόζει στα σημερινά παιχνίδια.
Επειδή πάντα απολαμβάνουμε το χιούμορ σε αυτό το blog, παραθέσαμε στο άρθρο ίσως την πιο παράξενη διαφήμιση που έχουμε δει ποτέ σε αυτόν τον χώρο. ΠΡΟ-ΠΟ και ρύζι!
Τα κυπριακά κουπόνια
Η δυνατότητα που είχαν οι Κύπριοι πολίτες να σπουδάζουν ή να επιχειρούν στην Αγγλία, έδωσε την “ευκαιρία” (με πολλά εισαγωγικά η λέξη) σε πολλούς να “θητεύσουν” στα betting shops του Λονδίνου. Στην ουσία αυτοί ήταν που έφεραν το “στοίχημα” στην Κύπρο και την Ελλάδα.
Όταν γύριζε για παράδειγμα ο Κύπριος φοιτητής στην πατρίδα, έχοντας πια γνωρίσει τα sportsbook του Λονδίνου, έβρισκε την ενασχόληση με το ΠΡΟ-ΠΟ εξαιρετικά βαρετή και σίγουρα είχε (ή φρόντιζε να είχε) τις διασυνδέσεις με τους συμπατριώτες του στην Αγγλία, ώστε να τοποθετήσει μέσω αυτών ένα ποδοσφαιρικό στοίχημα.
Κάπως έτσι γεννήθηκε η έννοια του παράνομου μπουκ, που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισε να εμφανίζεται πρώτα στην Κύπρο και μετέπειτα στην Ελλάδα. Οι παίκτες που δοκίμαζαν αυτή τη νέα στοιχηματική δραστηριότητα, και φυσικά τους άρεσε, αυξάνονταν. Εξελίχθηκε λοιπόν, ένα παράνομο δίκτυο μεσαζόντων που δέχονταν τα στοιχήματα στην Κύπρο και τα τοποθετούσαν στο Λονδίνο.
Η παντελής άγνοια των παικτών για το παιχνίδι, έδινε κατ’ αρχάς τεράστια περιθώρια προμηθειών στους μεσάζοντες, οι οποίοι μάλιστα γρήγορα κατάλαβαν πως οι παίκτες συνήθως έχαναν και επομένως θα κέρδιζαν ακόμη περισσότερα χρήματα αν δέχονταν οι ίδιοι τα στοιχήματα.
Η εξάπλωση αυτής της underground δραστηριότητας έγινε αποκλειστικά από στόμα σε στόμα, αφού φυσικά δεν μπορούσε να γίνει μαζικό… marketing. Οι μπουκ έβρισκαν παίκτες εκεί που συνήθως εκείνοι σύχναζαν, κυρίως στις χαρτοπαικτικές λέσχες και τον ιππόδρόμο. Στην αρχή έφερναν τα κουπόνια που τύπωναν οι Αγγλικές στοιχηματικές εταιρείες του Λονδίνου και τα προωθούσαν μέσω των πρώτων… betting agents στους διαφόρους χώρους όπου σύχναζαν υποψήφιοι πελάτες. Ο παίκτης μάλιστα, βλέποντας το αγγλικό κουπόνι με τη στάμπα της αγγλικής εταιρείας, έβρισκε τη διαδικασία αυτή ως μια… υπηρεσία: Πόνταρε στην Αγγλία, από την Κύπρο!
Όταν οι πελάτες πλήθυναν αρκετά και η δραστηριότητα αυτή υιοθετήθηκε επαρκώς, η στάμπα της εταιρείας δε χρειαζόταν και πολύ πια. Κάπου εκεί άρχισαν να τυπώνονται τα πρώτα κυπριακά κουπόνια, που έφταναν πια προς αναζήτηση παικτών και στην Ελλάδα. Βοήθησε και η τεχνολογία! Η εξάπλωση του fax για παράδειγμα βοήθησε πολύ, ενώ παρατηρήθηκαν σε “φάσες” (διαφημιστικά πλαίσια στο κάτω μέρος των σελίδων) αθλητικών εφημερίδων στην Ελλάδα διαφημίσεις για τέτοιες υπηρεσίες, ακόμη και αποδόσεις αγώνων!
Άνθρωποι που έζησαν από κοντά αυτές τις δραστηριότητες στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90, αναφέρουν κατά καιρούς πως τα δίκτυα αυτά δεν κυνηγήθηκαν σχεδόν καθόλου από το νόμο. Κύριος λόγος, η άγνοια. Παραθέτουμε μια χαρακτηριστική φράση από διήγηση που ακούσαμε κάποτε και δεν ξεχάσαμε ποτέ:
Ήταν τόσο άγνωστος ο όρος “στοίχημα” στην κοινωνία και τις αρχές τότε, που αν έλεγες σε έναν αστυνομικό “εκεί βάζουν στοιχήματα”, εκείνος θα νόμιζε πως παραβγαίνουν στο τρέξιμο!.
Δορυφορικά πιάτα, 090 και ο Γιώργος Παρασκευάς
Πως θα μπορούσε ο παίκτης να ξέρει αν το στοίχημά του στο εξωτερικό, κέρδισε ή όχι; Αν το καλοσκεφτείτε, θα ανακαλύψετε κάτι που θα σας κάνει ίσως να γελάσετε: θα έπρεπε να αγοράσει την επόμενη ημέρα αθλητική εφημερίδα και να διαβάσει τα αποτελέσματα εκεί!
Αυτή την ανάγκη κάλυψε εκείνες τις εποχές η οξυδέρκεια ενός θρύλου γαι το στοίχημα στην Ελλάδα. Του Γιώργου Παρασκευά.
Οι περισσότεροι έμαθαν τον Παρασκευά από τις στήλες του στον ελληνικό Τύπο και τα site του την επόμενη δεκαετία, μετά το 2000. Ο Παρασκευάς ήταν όμως ο πρώτος που πρόσφερε μια πολύ σημαντική υπηρεσία στον… στοιχηματικό κόσμο πολύ νωρίτερα από το 2000.
Είχε στήσει στην ταράτσα του δορυφορικά πιάτα και μάθαινε πρώτος από όλους ίσως τα αποτελέσματα των αγώνων στην Ευρώπη. Έστησε λοιπόν μια τηλεφωνική υπηρεσία 090 που στην αρχή έδινε τα αποτελέσματα των αγώνων. Πρώτος!
Λέγεται, χωρίς φυσικά να μπορούμε να το αποδείξουμε, ότι ακόμη και δημοσιογράφοι της ΕΡΑ τότε έπαιρναν στο τηλέφωνο το 090 του Γιώργου Παρασκευά για να μάθουν τα αποτελέσματα αγώνων του ΠΡΟ-ΠΟ και να τα μεταδώσουν στον αέρα!
Η υπηρεσία αυτή εξελίχθηκε με το χρόνο και έφτασε γρήγορα σε αποτελέσματα ημιχρόνων, σκορ σε αγώνες εν εξελίξει, προτάσεις για επιλογές, πάντα με τη χαρακτηριστική χροιά της φωνής του Γιώργου Παρασκευά.
Τα Καζίνο και το ΤΖΟΚΕΡ καθυστέρησαν το Στοίχημα;
Το αθλητικό στοίχημα είχε ήδη εξαπλωθεί πλήρως στην Ευρώπη πολύ πριν εισαχθεί επισήμως στην Ελλάδα. Πολλοί έχουν αναρρωτηθεί για ποιό λόγο υπήρξε τόσο μεγάλη καθυστέρηση στη χώρα μας.
Οι εποχές εκείνες, τα μέσα της δεκαετίας του ’90, ήταν πολύ διαφορετικές στην οικονομική καθημερινότητα των Ελλήνων από σήμερα. Αρκεί να σας πούμε ότι η παραλιακή της Ποσειδώνος με τα μεγάλα μαγαζιά νυχτερινής διασκέδασης, παρουσίαζε μποτιλιάρισμα ακόμη και μεσοβδόμαδα, Τρίτες και Τετάρτες, στις ώρες κοντά στα μεσάνυχτα!
Είναι βέβαιο λοιπόν ότι υπήρχε το χρήμα για να ξοδευτεί σε δραστηριότητες διασκέδασης, μια από τις οποίες (για την πλειοψηφία του κόσμου) είναι και ο τζόγος. Με τους παράνομους μπουκ ήδη τότε να κάνουν χρυσές δουλειές στην Ελλάδα, γιατί δεν εκμεταλευόταν πιο πριν το κράτος μέσω του ΟΠΑΠ, αυτή τη ζήτηση;
Έχουν εκφράσει πολλοί την εξής άποψη, που συμμεριζόμαστε κι εμείς. Το 1995 άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του το Καζίνο του Λουτρακίου, ενώ μια χρονιά αργότερα το Καζίνο της Θεσσαλονίκης. Λίγο αργότερα μπήκε και το ΤΖΟΚΕΡ στις ζωές των Ελλήνων.
Αν θυμηθείτε τις ουρές στις εισόδους των καζίνο εκείνη την εποχή και το συνωστισμό στα πρακτορεία πριν κάθε κλήρωση του ΤΖΟΚΕΡ, θα καταλάβετε πως ήδη αυτές οι επενδύσεις πήγαιναν εξαιρετικά! Κάθε είδους λοιπόν διαφορετική επένδυση σε αυτό τον χώρο από τη μια παραπέμπονταν στις… καλένδες, ενώ από την άλλη ποιος ο λόγος για ανταγωνιστικά προϊόντα;
Αυτό το “κενό” όμως στην προσφορά του αθλητικού στοιχήματος, ενώ ταυτόχρονα η ζήτηση μεγάλωνε συνεχώς, ευνόησε σε τέτοιο βαθμό τα παράνομα δίκτυα που πια “πήγαινες να αγοράσεις κιμά και ο κρεοπώλης έπαιρνε στοίχημα από το τηλέφωνο, γράφοντας σημεία, αγώνες και ποσά, στο χασαπόχαρτο!”, όπως μας είπαν χαρακτηριστικά κάποτε.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο 2000, την εισαγωγή του ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ και την έναρξη μιας νέας εποχής, στην οποία θα αναφερθούμε στο επόμενο μας άρθρο.