Η Ελληνική κοινωνία έχει συνδυάσει το στοίχημα, την τράπουλα και τα καζίνο με οικονομική καταστροφή, περιθωριοποίηση και οικογενειακή δυστυχία. Όχι άδικα βέβαια αφού οι περισσότερες ειδήσεις τζόγου αναφέρονται σε θλιβερά γεγονότα παρά σε ιστορίες επιτυχίας. Κατ’ επέκταση πολλοί Έλληνες παίκτες του στοιχήματος διατηρούν μια συγκρατημένη στάση και αποφεύγουν να αναφέρουν την ενασχόλησή τους με το στοίχημα. Παρόλα αυτά όταν το πραγματοποιούν η συζήτηση που ακολουθεί είναι μάλλον ευχάριστη καθώς διαπιστώνουν ότι όλοι λίγο ως πολύ έχουν ασχοληθεί με τον τζόγο. Ας μην ξεχνάμε ότι ο λαός μας φημίζεται για την τυχοδιωκτική του τάση. Τώρα βέβαια όσον αφορά τη διαφορετική αντίληψη του καθενός απέναντι στο στοίχημα είναι ένα άλλο θέμα.
Έχοντας ξεκινήσει από την πιο περιθωριοποιημένη πλευρά του τζόγου, τα καζίνο, διαπίστωσα ιδίοις όμμασι την αντιμετώπιση του απλού κόσμου απέναντι στους ανθρώπους που επισκέπτονται τα καζίνο. Ακόμα και για φαγητό να πεις ότι πηγαίνεις στο καζίνο, αμέσως δημιουργείται μια αρνητική εικόνα από τους άλλους έστω και υποσυνείδητα, πόσο μάλλον όταν δηλώνεις ότι το επισκέπτεσαι καθημερινά. Για να μην κάνω λόγο για τα σχόλια στους ισχυρισμούς πως μπορεί κανείς να κερδίζει χρήματα μακροχρόνια παίζοντας Blackjack στο καζίνο.
Στο θέμα του στοιχήματος οι άνθρωποι είναι πιο ελαστικοί. Άλλωστε η πιθανότητα να συναντήσετε κάποιον που έχει στοιχηματίσει έστω και μια φορά στη ζωή του είναι πολύ μεγάλη. Παρόλα αυτά ο κόσμος αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό όσους δηλώνουν πως παίζουν στοίχημα αρκετές φορές, ενώ όσο συχνότερα λέμε ότι παίζουμε, τόσο χειρότερη η εικόνα που σχηματίζεται για εμάς, ακόμα κι από τους άλλους παίκτες. Επειδή μάλλον οι περισσότεροι δεν καταφέρνουν να κερδίζουν χρήματα και συνεχώς οδηγούνται στον… κουβά με μια ανατριχιαστική σταθερότητα, συνδυάζουν τη συχνότητα με χαμένα χρήματα. Με άλλα λόγια πιστεύουν ότι όσο περισσότερο παίζει στοίχημα κάποιος, τόσα περισσότερα χρήματα χάνει. Πράγματι, έχουν δίκιο. Όμως ο λόγος δεν είναι η συχνή ενασχόληση με το στοίχημα, αλλά το λάθος σύστημα ή τακτική που ακολουθεί το 95% των παικτών του στοιχήματος. Εάν παίζαμε με ένα εξακριβωμένο κερδισμένο σύστημα, όσο περισσότερο θα παίζαμε, τόσο περισσότερο θα κερδίζαμε με την ίδια λογική.
Όπως και να έχει, η αναφορά στο στοίχημα έχει ως επακόλουθο συνήθως την κουβέντα γύρω από αυτό. Απόλυτα φυσιολογικό τη στιγμή που αναφερόμαστε σε ένα κοινό χόμπι των ανθρώπων. Ωστόσο πολύ συχνά βρισκόμαστε να προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι ο τρόπος που παίζουμε είναι ο σωστότερος, δεχόμαστε έντονη αμφισβήτηση και κριτική, ενώ κι εμείς με τη σειρά μας αντιμετωπίζουμε ανάλογα το συνομιλητή μας. Στο στοίχημα είμαστε όλοι ειδικοί και δε δεχόμαστε μύγα στο σπαθί μας. Το στοίχημα γεννάει τον ανταγωνισμό ως προς ποιος έχει τα καλύτερα αποτελέσματα και ποιος κέρδισε τα περισσότερα χρήματα στο προηγούμενο ντέρμπι. Άσχετο βέβαια ότι κατά πάσα πιθανότητα συζητάνε δύο μακροχρόνια χαμένοι παίκτες. Εάν ο ένας μάλιστα είναι κερδισμένος αντί χαμένος, η αμφισβήτηση μπορεί να πάρει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις.
Αξίζει λοιπόν τον κόπο να αναφερθούμε στο αν παίζουμε στοίχημα; Εξαρτάται από το τι ακριβώς θέλουμε να πετύχουμε με αυτή μας την ενέργεια. Καταρχήν εάν είστε κερδισμένος παίκτης, δεν έχετε κανένα λόγο να διατυμπανίσετε ότι είστε ένας από τους λίγους ενώ πραγματικά δεν χρωστάτε κάτι για να προσπαθείτε να το αποδεικνύεται με την πρώτη ευκαιρία. Αρκεί που το γνωρίζετε εσείς και ο λογαριασμός σας. Σε αντίθετη περίπτωση, η συζήτηση περί στοιχήματος ενδεχομένως να εξελιχθεί σε μια εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων γύρω από το κοινό σας χόμπι, βγαίνοντας όλοι κερδισμένοι. Προπαντός όμως πρέπει να μας διακρίνει η ηρεμία και ο αυτοέλεγχος, καθώς εύκολα μπορεί να δημιουργηθούν παρεξηγήσεις σε οποιαδήποτε κουβέντα γύρω από το στοίχημα.
Την επόμενη φορά λοιπόν που θα προκύψει το θέμα του στοιχήματος σκεφτείτε αν θα θέλατε να συμμετέχετε πριν πείτε την πρώτη σας κουβέντα. Να έχετε επίσης πάντα υπόψη σας πως περισσότερα μαθαίνουμε όταν ακούμε, παρά όταν μιλάμε.